Κύκλωπες

Κύκλωπες
Μυθολογικά πρόσωπα. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, ήταν δύσμορφα όντα με τερατώδη όψη, γιγάντιο ανάστημα και έφεραν ένα και μοναδικό μάτι στη μέση του μετώπου. Οι Κ. (Οδύσσεια, ι) ήταν λαός ποιμένων, οι οποίοι περιφρονούσαν τους θεούς, δεν υπάκουαν σε νόμους, ζούσαν σε σπήλαια και έτρωγαν ανθρώπους. Ένας από αυτούς, ο Πολύφημος, είχε κατασπαράξει κάποιους από τους συντρόφους του Οδυσσέα, αλλά ο τελευταίος κατόρθωσε να διασώσει τους υπόλοιπους τυφλώνοντάς τον. Άλλες παραδόσεις της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής περιόδου παρουσιάζουν τους Κ. ως τεχνίτες εξαιρετικής ικανότητας. Ως τόπος κατοικίας τους οριζόταν η Αίτνα, όπου κατασκεύαζαν τον κεραυνό του Δία υπό την καθοδήγηση του Ηφαίστου. Στην ησιόδειο Θεογονία αναφέρονται τρεις Κ. μεταξύ των γιων της Γαίας και του Ουρανού: ο Βρόντης, ο Στερόπης ή Αστερόπης και ο Άργης. Οι Κ. είχαν καταβαραθρωθεί στον Τάρταρο από τον πατέρα τους, τον Ουρανό· από εκεί τους ελευθέρωσε προσωρινά ο Κρόνος και κατόπιν ο Δίας, για να τους έχει συμμάχους του κατά την Τιτανομαχία. Τότε εκείνοι χάρισαν στον Δία τη βροντή, την αστραπή και τον κεραυνό, στον Πλούτωνα την Αιδός κυνέη (πέπλο που τον καθιστούσε αόρατο) και στον Ποσειδώνα την τρίαινα. Οι Κ. σκοτώθηκαν, σύμφωνα με μια παραλλαγή του μύθου, από τον Απόλλωνα, επειδή με τον κεραυνό που δώρισαν στον Δία σκοτώθηκε ο γιος του, ο Ασκληπιός. Οι Κ. θεωρούνταν επίσης περίφημοι κατασκευαστές τειχών, που κατάγονταν από τη Λυκία. Η παράδοση αποδίδει σε αυτούς την οικοδόμηση των ακροπόλεων της Τίρυνθας και των Μυκηνών. Οι άνθρωποι που μετοίκησαν εκεί μετά την καταστροφή του μυκηναϊκού πολιτισμού, προσπαθώντας να εξηγήσουν τον τρόπο της εναπόθεσης των τεράστιων λίθων των κυκλωπείων τειχών, έπλασαν τον μύθο της κατασκευής τους από γιγάντια όντα, τους Κ. «Ο Οδυσσέας τυφλώνει τον Κύκλωπα», μικρογραφία από το «Epistre d’ Othea a Hector» της Κριστίν ντε Πιζάν (Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Κύκλωπες — Κύκλωψ Round eyed masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Циклопы — (Κύκλωπες, Cyclopes = круглоокие) в космогоническом эпосе Гезиода порождение Урана и Геи, титаны, олицетворение грозовой тучи с молнией, символическим образом которой является единый большой горящий глаз исполинов. На отношение Ц. к атмосферному… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • πολύφημος — Ένας από τους Κύκλωπες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, γιος του Ποσειδώνα και της νύμφης Θόωσας. Κατά τον Ευριπίδη, ήταν ο πατέρας των άλλων Κυκλώπων, αλλά σύμφωνα με άλλες παραδόσεις ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός τους. Παρουσιάζεται ως… …   Dictionary of Greek

  • Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …   Dictionary of Greek

  • κυκλώπιος — ία, ο (Α κυκλώπιος, ία, ον, θηλ. και εία και ποιητ. ανώμ. τ. κυκλωπίς, ίδος) [Κύκλωψ] κυκλώπειος νεοελλ. το θηλ. ως ουσ. η κυκλωπία συγγενής τερατογονική παραμόρφωση που χαρακτηρίζεται από συνένωση τών δύο οφθαλμικών κόγχων και την ύπαρξη ενός… …   Dictionary of Greek

  • μονόφθαλμος — η, ο (ΑΜ μονόφθαλμος, ον, ιων. μουνόφθαλμος) 1. αυτός που έχει μόνο ένα μάτι, όπως οι Κύκλωπες («οι Κύκλωπες ήταν μονόφθαλμοι») 2. αυτός που βλέπει με το ένα μόνο μάτι, ο τυφλός κατά το ένα μάτι («καλὸν σοί ἐστι μονόφθαλμον εἰσελθεῑν εἰς τὴν… …   Dictionary of Greek

  • Cyclops — Polyphemus, by Johann Heinrich Wilhelm Tischbein, 1802 (Landesmuseum Oldenburg) This article is about the mythical creature. For other uses, see Cyclops (disambiguation). A cyclops ( …   Wikipedia

  • Kyklop — Kopf des Kyklopen Polyphemos, Marmor, Griechenland, 2. Jhdt. v. Chr oder römische Kopie Kyklopen (griechisch Κύκλωπες, Kreisäugige, Sg. Κύκλωψ) oder Zyklopen (Eindeutschung aus dem späteren …   Deutsch Wikipedia

  • КИКЛОПЫ — циклопы (Κύκλωπες), в греческой мифологии сыновья Урана и Геи, великаны с одним глазом посреди лба (название «К.» означает «круглоглазые»), мощные и дикие. Их имена: Бронт «гром», Стероп «молния» и Арг «перун» указывают на связь К. со стихийными… …   Энциклопедия мифологии

  • Cíclope — Para otros usos de este término, véase Cíclope (desambiguación). Odiseo alimenta al cíclope Polifemo. En la mitología griega, los Cíclopes (en griego Κύκλωψ Kýklops, plural Κύκλωπες Kýklopes, que viene de κύκλος kyklos, ‘rueda’, ‘círculo’ y ὤψ… …   Wikipedia Español

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”